Το εκτοξευόμενο σκυρόδεμα χρησιμοποιείται για την αποκατάσταση και ενίσχυση διάφορων κατασκευών, όπως κτίρια, σήραγγες, δεξαμενές, οδογέφυρες, σιλό, φράγματα, αποβάθρες, υδραγωγεία, δεξαμενές, πισίνες κ.α. Επιπλέον, χρησιμοποιείται ως αντιστήριξη σε έργα σηράγγων, εξορύξεων, και ηλώσεων. Ο όρος εκτοξευόμενο χρησιμοποιείται για να ορίσει τόσο το υλικό όσο και τη μέθοδο. Το υλικό είναι σκυρόδεμα, κονίαμα ή ένεμα και πρόσθετα, και η μέθοδος είναι η εφαρμογή αυτού του υλικού με πνευματική πίεση μέσω ειδικής οπής. Η μέθοδος είναι επίσης γνωστή και με τον όρο γκανάιτ (gunite).
Υπάρχουν δύο είδη εκτοξευόμενου σκυροδέματος, η υγρή μέθοδος και η τεχνολογία ξηρής μίξης. Στην υγρή μέθοδο, όλα τα συστατικά, συμπεριλαμβανομένου του νερού, αναμειγνύονται στο παρασκευαστήριο σκυροδέματος και εισάγονται στον εξοπλισμό εφαρμογής. Το υγρό ανάμειγμα αντλείται στο ακροφύσιο με τη χρήση πεπιεσμένου αέρα έτσι ώστε να έχει μεγάλη ταχύτητα για την εκτόξευση και την συμπύκνωση του υλικού επί της εφαρμοζόμενης επιφάνειας.
Στην τεχνολογία ξηρής μίξης, ένα μείγμα άμμου και τσιμέντου τοποθετείται στο σύστημα τροφοδοσίας και με τη βοήθεια πεπιεσμένου αέρα, μεταφέρεται με υψηλή ταχύτητα μέσω ενός σωλήνα στο ακροφύσιο όπου προστίθεται νερό. Το ανάμειγμα συμπυκνώνεται επί της εφαρμοζόμενης επιφάνειας χάρη στη μεγάλη ταχύτητα εκτόξευσης.
Τόσο με την ξηρή όσο και την υγρή μέθοδο, παράγεται ένα υλικό, το οποίο μετά την σκλήρυνσή του παρουσιάζει ανώτερες ιδιότητες από το συμβατικό σκυρόδεμα υψηλής ποιότητας (υψηλή αντοχή, χαμηλή διαπερατότητα, καλή αντοχή στην αποσάθρωση λόγω περιβαλλοντικών και χημικών παραγόντων, εξαιρετική αντοχή στη φωτιά). Οι εν λόγω ιδιότητες επιτρέπουν στο εκτοξευόμενο σκυρόδεμα να χρησιμοποιείται στις περισσότερες περιπτώσεις ως ένα δομικό υλικό.
Σε σχέση με την τεχνολογία ξηρής μίξης, η υγρή μέθοδος παρουσιάζει τα ακόλουθα πλεονεκτήματα: Βελτιωμένη ποιότητα, λιγότερη σκόνη/καλύτερο περιβάλλον εργασίας, λιγότερη αναπήδηση και περισσότερη ασφάλεια. Ωστόσο, οι συντελούμενες εξελίξεις τόσο στα υλικά και την τεχνολογία του εξοπλισμού κάνουν τις δύο μεθόδους σχεδόν ισοδύναμες. Συνήθως, η μέθοδος εφαρμογής επιλέγεται με βάση Το κόστος, τη διαθεσιμότητα των υλικών και του εξοπλισμού, την προσβασιμότητα του έργου και την εμπειρία του κατασκευαστή.
Η εμπειρία του κατασκευαστή και ο εξοπλισμός επηρεάζουν σημαντικά το αποτέλεσμα, την κατανάλωση και επομένως την προκύπτουσα αντοχή. Οι προδιαγραφές σχεδιασμού επαληθεύονται επί τόπου χρησιμοποιώντας ειδικές μεταλλικές φόρμες ή με πυρηνοληψία.